- Φούριος
- Φούριοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Βιβάκουλος, Μάρκος Φούριος — (Κρεμόνα 103 – 10; π.Χ.). Λατίνος ποιητής δηκτικών ιάμβων και επικών ποιημάτων, που εξυμνούσαν τα κατορθώματα του Ιουλίου Καίσαρα στον Ρήνο. Όταν ο Καίσαρ άρχισε να εκδηλώνει μοναρχικές τάσεις, ο Β. έγινε σφοδρός επικριτής του … Dictionary of Greek
Κάμιλλος, Μάρκος Φούριος — (Marcus Furius Camillus, ; – 365 π.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός και πολιτικός. Διετέλεσε τρεις φορές αναπληρωτής ύπατος (interrex), έξι φορές χιλίαρχος με εξουσίες υπάτου και τρεις φορές δικτάτορας. Κατά τη διάρκεια της πλούσιας δημόσιας δράσης του… … Dictionary of Greek
Φουρίου — Φούριος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φουρίους — Φούριος masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φουρίων — Φούριος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φουρίῳ — Φούριος masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φούριον — Φούριος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεδά — (Pedum). Αρχαία πόλη στο Λάτιο, στην περιοχή της σημερινής ιταλικής πόλης Γκαλιτσιάνο. Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς την αναφέρει ως μία από τις αρχαιότερες πόλεις του λατινικού κόσμου, που την κυρίευσε το 488 π.Χ. ο Κοριολανός. Το 339 π.Χ. την… … Dictionary of Greek